Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2009

Τα παιδιά που με δίδαξαν πολλά


Τούτες τις γιορτινές μέρες ο νους του καθενός μας ταξιδεύει σε ωραίες στιγμές, σε αγαπημένα πρόσωπα, σε αναμνήσεις που τον διαμόρφωσαν είτε θετικά είτε αρνητικά. Εγώ θα αφηγηθώ την ιστορία μιας τάξης μου. Της τάξης μου.
Είναι τα παιδιά που με ανάγκασαν να μάθω πολλά, τα παιδιά που με έκαναν συνειδητοποιημένο δάσκαλο, ή που με βοήθησαν να συνειδητοποιηθώ πάρα πολύ. Έζησα μαζί τους μια χρονιά ως δάσκαλος τάξης και ζω μαζί τους όλα τα υπόλοιπα χρόνια ως δάσκαλος, φίλος, σύμβουλος και πατέρας.
Με τον καθένα και την καθεμιά έχω αναμνήσεις ξεχωριστές, συγκινητικές, πολύ δυνατές και οπωσδήποτε αληθινές. Πολλές τις έχω ήδη αφηγηθεί στα θρανία. Το τηλεφώνημα της Μαρίνας, τις ατέλειωτες ψυχαναλύσεις και συμβουλές στην Παναγιώτα, τη συνεργασία με τον χουζουρο-Ανέστη, την επαγγελματική συνεργασία (και περηφάνια μου για) τη Μαρία, την ανησυχία μου για τη Βάλια, το όνειρο της Βάσως να γίνει κομμώτρια (αν και σπουδάζει φιλόλογος) κτλ.
Θυμάμαι το ευγενικό χαμόγελο της Μαρίας, τα πολύ τιμητικά για μένα λόγια της Ειρήνης ("Κϋριε, όποτε κάνουμε μάθημα, θέλω να γίνω καθηγήτρια"), την επαναστατικότητα του Κωνσταντίνου, την ωραία μαγκιά του Δημήτρη, την άκρα αλλά συμπαθητική σπατάλη χρόνου του Παναγιώτη, το υπέροχο παραμύθι της Νικολέτας, τους έρωτές τους, ευτυχισμένους και μη, τη στενόχωρη ψυχή και το όμορφο πρόσωπο της Νίκης, την άφατη ευγένεια και επαγγελματική τελειότητα στο διάβασμα της Ακριβής.
Αναπολώ τη λατρεία της Γαβριέλας για τους ρεμπέτες και το ρεμπέτικο, την αγγελική Χριστίνα με το βιτριολικό χιούμορ, το Θανάση με τα μαγικά χέρια και την αφιέρωση που μου έκανε στο γκράφιτι του σχολείου ο αχρείος, τη θεατρίνα μας τη Μιράντα, που ζητούσε βιβλία και θα μας κάνει περήφανους αύριο στο παλκοσένικο, την Πόπη που ήταν αδελφή και μάνα του μικρού της αδελφού, τη Νάνσυ με τις ανασφάλειές της και τη δίψα για μάθηση.
Γνώρισα ακόμη, αν και δεν τους είχα μαθητές, τον Τόλη με το μηχανάκι του και τη Γιώτα με το λαμπερό χαμόγελο, που ήρθαν στην Τρίτη τάξη, όταν είχα φύγει από το σχολείο.
Όλα αυτά τα παιδιά, μαζί με τα άλλα, της τότε πρώτης, στα οποία δεν έκανα μάθημα, αλλά επίσης αγάπησα πολύ, με δίδαξαν πολλά. Κυρίως με βοήθησαν να καταλάβω πως είμαι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο, γιατί δίνοντας ελάχιστη φροντίδα εισέπραξα απέραντη αγάπη και ευτυχία.
Σε όλους αυτούς στέλνω τις ευχαριστίες μου και μια απειλή:
Τα φετινά παιδιά δεν υστερούν καθόλου σε σχέση με εσάς. Είναι από την ίδια πάστα με εσάς.
Δημιουργική χρονιά, παίδες!

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Natasha's Tennis Club

Όλα άρχισαν στην ηλικία της αθωότητος, εκεί στις αρχές του '80, όταν στις ανέμελες, αλλά καθόλου αθώες, όπως αποδείχθηκε, φοιτητικές συντροφιές, έκανα το λάθος να αποκαλύψω ότι στο χωριό μου μικρή έπαιζα τένις, εννοώντας ρακέτες, αφού έτσι τις λέγαμε τότε τις ρακέτες, οι... κατοικούντες την Μικράν Αγγλίαν. Κάποια ψυχή που το άκουσε δεν το ξέχασε ποτέ και επί 20 χρόνια το διατυμπάνιζε σε όποια παρέα βρισκόμασταν μαζί: "Μη τη βλέπετε έτσι, έπαιζε τένις μικρή στο χωριό της."
Είχε δεν είχε, το ξεφούρνισε και σε μια παρέα συναδέλφων, που συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον σε πλάκες και φάρσες. Ε...κι εγώ δεν υστερούσα καθόλου, είχα κάνει από μία... μικρή φαρσούλα στους δύο ιθύνοντες αρχιφαρσέρ και μου το κράταγαν μανιάτικο.
Ένα πρωί λοιπόν έρχεται η μάνα μου στο σπίτι και μου λέει: "Μα τι ταμπέλες έχει στο δρόμο, ανοίγει κανένα μαγαζί;" Βγαίνω έξω και πέφτω απάνω στην πρώτη πινακίδα...επαγγελματικού επιπέδου (ήταν και καλλιτέχνης στην παρέα) "Natasha's Tennis club" και ένα βέλος να δείχνει καρσί στο σπίτι μου. Λίγο παρακάτω πάλι το ίδιο με ένδειξη απόστασης και με το ίδιο θανατηφόρο βέλος. Ευτυχώς προλάβαμε να κρατήσουμε τη μία για ενθύμιο, την άλλη την πρόλαβαν οι φαρσέρ. Και φαίνεται είχε μεγάλη επιτυχία η καμπάνια, γιατί τόσα χρόνια μετά, ακόμη μας ρωτάνε αν άνοιξε εκείνο το μαγαζί στη γειτονιά μας.
Η "εκδίκησή" όμως ήρθε με ένα μεγάλο γήπεδο, το μοναδικό της περιοχής, που κοσμεί το ταπεινό χωριουδάκι της... τενίστριας. Της το όφειλε ο φίλος της, ηθικός αυτουργός της φάρσας και νυν δημοτικός άρχων, μετά από τόσα χρόνια καζούρας.

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2009

Η βιντεοκάμερα

H βιντεοκάμερα ήταν το νέο μας απόκτημα, εκεί στα τέλη του '80, και ο μαθηματικός μας και νυν δήμαρχος, την έβαλε επ' ώμου και τριγύρναγε στις τάξεις, γράφοντας τους μαθητές, που μόλις τον έβλεπαν, έκαναν σαν θαυμαστές του Έλβις, φώναζαν, στρίγκλιζαν, ούρλιαζαν, σπρώχνονταν για μια θέση στο φακό, πόζαραν σαν ντίβες και ζεν πρεμιέ του Χόλιγουντ. Και οι καθηγητές όλο και έπαιρναν την πόζα τους, μην κρυβόμαστε...
Κι όμως...
Μπήκε και στη Δευτέρα γυμνασίου, την ώρα της Ιλιάδας. Μια ομάδα μαθητών έκανε παρουσίαση και οι άλλοι, επίσης χωρισμένοι σε ομάδες, παρακολουθούσαν και σημείωναν, περιμένοντας τη σειρά τους, για να ρωτήσουν, να σχολιάσουν και να παρουσιάσουν επίσης. Ούτε την καθηγήτρια πρόσεχαν, που κάθοταν σιωπηρή σαν ντροπαλή μαθήτρια στο τελευταίο θρανίο, ούτε, προπαντός ούτε, την κάμερα πρόσεξαν που μπήκε. Της έριξαν ένα αδιάφορο βλέμμα, κάτι σαν "τι θες εσύ εδώ;", και συνέχισαν τη δουλειά τους.
Η καθηγήτρια, πάλι, θα ήθελε πολύ να υπάρχει αυτή η θριαμβευτική στιγμή της παιδείας αποτυπωμένη σε ένα φιλμ και να μην είναι μόνο στη μνήμη της.

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

Άλλοι καιροί άλλα ήθη

Αυτή η τάξη ήταν η πιο παλιά που είχα εδώ στο νησί. Τους βρήκα στην Γ' λυκείου, όταν πρωτοήρθα, πρωτοδιόριστη, με τον αέρα της κοπέλας της Αθήνας, που έπεσε με...αλεξίπτωτο στον τόπο που άφησε πριν από 7 περίπου χρόνια, ανυποψίαστη για το πόσο ίδια είχαν παραμείνει όλα.
Μια μέρα μπαίνοντας στην τάξη, βρήκα τα παράθυρα και τις κουρτίνες κλειστές και τους μαθητές συγκεντρωμένους να ψιθυρίζουν με συνωμοτικό ύφος. -Τι έγινε, παιδιά;- Κυρία, να σας ρωτήσουμε κάτι; -Φυσικά! Δε ρώταγαν όμως. -Μα, τι πάθατε;- Να...είχαμε τον παπα- Νίκο την προηγούμενη ώρα και κάναμε μια συζήτηση για τις σχέσεις των δύο φύλων.- Και λοιπόν; -Να...μας έλεγε για τις προγαμιαίες σχέσεις...εσείς τι λέτε; Επιτρέπονται; Με γνήσια έκπληξη και χωρίς τον παραμικρό δισταγμό η απάντησή μου: -Αν επιτρέπονται; Όχι, δεν επιτρέπονται, επιβάλλονται!
Οποία επανάστασις! Βρέθηκα λίγο αργότερα καλεσμένη στο γραφείο του λυκειάρχου παπα- Νίκου (αγαπημένου παπά και συναδέλφου, που τον θυμάμαι να βάζει καλάθια στη μπασκέτα με τα ράσα)για τα περαιτέρω.
-Μα, παιδί μου, δεν κάνει να τα λέμε αυτά στους μαθητές, πρέπει να τους συμβουλεύουμε να παντρεύονται και μετά να...
-Παπα- Νίκο, κι αν μετά ανακαλύψουν πως δεν ταιριάζουν; Ξέρω, εσύ πρέπει να τα λες αυτά, άσε με όμως εμένα να λέω τα άλλα, μπας και προλάβουμε κανένα δυστυχισμένο γάμο.
Κι όλα αυτά στα μέσα του '80, όταν οι μαθήτριές μου στην Αθήνα στο φροντιστήριο, είχαν αρχίσει, δυστυχώς, τις εκτρώσεις.
Ουδέν κακόν...

Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2009

Σκουπίδια και σχολείο

Άργησα να ανταποκριθώ στις σειρήνες του δημοσίου, γιατί δούλευα στον ιδιωτικό τομέα σε συνθήκες έντονου ανταγωνισμού. Όταν λοιπόν ενέδωσα στις πιέσεις αγαπημένου προσώπου και αποφάσισα να διοριστώ στο δημόσιο, ήμουν τυχερός. Διορίστηκα στη Δυτική Αττική, όπου άνοιξαν θέσεις φιλολόγων (περίπου 40) μετά από αρκετά χρόνια. Τοποθετήθηκα λοιπόν σε ένα ήσυχο περιφερειακό γυμνάσιο της Διεύθυνσης την αυλή του οποίου στόλιζαν τα φουγάρα των Διυλιστηρίων και οι θόρυβοι της εθνικής.
Στο πλαίσιο των καθηκόντων μου ήταν και οι εφημερίες. Μια από αυτές ήταν στο προαύλιο. Βγήκα λοιπόν την πρώτη φορά, στάθηκα σε μιαν άκρη και επιτηρούσα τη χαρά των παιδιών: ποδόσφαιρο, κυνηγητό, βόλεϊ κτλ. Μου έκανε λοιπόν τότε αλγεινή εντύπωση η κατάσταση του προαυλίου. Γεμάτο με κάθε είδους σκουπίδια: μπουκαλάκια, χαρτόκουτα χυμών, κρουασάν, πατατάκια και άπειρα άλλα.
Παρατήρησα λοιπόν για ένα-δυο διαλείμματα τη συμπεριφορά των μαθητών. Όταν τέλειωνε την τυρόπιτα, άνοιγε το χέρι του και απελευθέρωνε στο έδαφος το χαρτί. Όταν έπινε το χυμό, έδινε μια κλοτσιά στο κουτί και για λίγο το έκανε μπάλα ποδοσφαίρου. Μια απίστευτη κατάντια.
Στο τρίτο διάλειμμα, πριν βγω έξω για εφημερία, ζήτησα από το κυλικείο γάντια μιας χρήσης και δυο-τρεις σακούλες πλαστικές.
Βγήκα έξω, φόρεσα ένα γάντι και άρχισα να μαζεύω σκουπίδια.
-Κύριε, τα σκουπίδια μαζεύετε;
-Κύριε, σκουπιδιάρης είστε;
-Κύριε, να μαζεύω κι εγώ;
Στον τρίτο απάντησα:
-Ναι, αλλά φορώντας γάντι.
Σε πέντε λεπτά 20-30 μαθητές γέμισαν τις σακούλες που κρατούσα.

Η συνέχεια ήταν πιο απλή. Γιατί πλέον ο μαθητής που είχε λερώσει ήξερε πως ο ίδιος θα τα μάζευε και γι' αυτό λέρωνε πολύ λιγότερο έως καθόλου.

Η άλλη εκδοχή, η φασιστική, επιτάσσει:
-Ελάτε εδώ εσείς οι είκοσι. Τσακιστείτε να μαζέψετε τις βρομιές που έχετε κάνει, λέει ο εκπαιδευτικός που επιτηρεί τους μαθητές-σκουπιδιάρηδες καπνίζοντας ευτυχισμένος το τσιγάρο του και πετώντας το στο τέλος στο έδαφος.

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2009

Ραδιοφωνική εκπομπή

Τον βρήκα μετεξεταστέο το Σεπτέμβριο. Πολύ αδύνατος μαθητής, με μαθησιακές δυσκολίες παραμελημένες και γι' αυτό πολύ προχωρημένες. Επιπλέον, ένα παιδί με ιδιαιτερότητες συμπεριφοράς σε βαθμό ανησυχητικό και με οικογενειακό περιβάλλον εξίσου...ανησυχητικό.
Η έκπληξη ήρθε στην τάξη. Από την πρώτη μέρα, το πρώτο μάθημα. Ζωντανό, έξυπνο, ευαίσθητο πλάσμα. Ικανό να αναπτύξει λόγο κριτικό, να προσαρμοστεί στις αυστηρά προδιαγεγραμμένες αρχές λειτουργίας της τάξης, περισσότερο από τον καθένα: Συμμετοχή με σεβασμό στους άλλους, όχι άκαιρες παρεμβάσεις, όχι αναμάσημα "έτοιμων" εργασιών, όχι περιορισμός στο βιβλίο και στο μάθημα, ενδιαφέρον για συμμετοχή ακόμα και του πιο λιγομίλητου και αδιάφορου παιδιού,τακτικότατος επισκέπτης της σχολικής βιβλιοθήκης. Ζήτημα αν του έκανα μια παρατήρηση το μήνα, επειδή έδειξε υπερβάλλοντα ζήλο και πετάχθηκε σε λάθος στιγμή.
Και το αποκορύφωμα: Η ραδιοφωνική εκπομπή.
Μια λύση- κίνητρο για την ανάπτυξη λόγου, τη συγγραφή κειμένων, το άνοιγμα του σχολείου στον έξω κόσμο. Προθυμοποιήθηκε να συμμετάσχει διαβάζοντας εργασία συμμαθητή του για ένα εκπαιδευτικό θέμα. Διάβαζε συλλαβιστά, με λάθη. Απελπίστηκα. Το γύρισα σε διάλογο στον αέρα. Έλαμψε με το θάρρος του, τον ωραίο λόγο, την ετοιμότητα, τον προβληματισμό του πάνω σε θέματα ουσίας της εκπαίδευσης.
Τελικά,τίποτε δεν είναι αρκετό, για να πούμε ότι τα χρησιμοποιήσαμε όλα σ' αυτή τη δύσκολη κι ωραία μάχη της παιδείας. Ακόμα και το ραδιόφωνο, μπορεί να αναδείξει κρυμμένες εφεδρείες.

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2009

Ο διάλογος στα αγγλικά

Είχα μια τάξη κάποτε στο λύκειο που δεν τράβαγε καθόλου. Τους δίδασκα νέα ελληνικά και δεν κατάφερνα να τους κάνω να συμμετέχουν σε έναν στοιχειώδη διάλογο. Οι περισσότεροι αδυνατούσαν να εκφραστούν σε συνεχή λόγο, απαντούσαν στις ερωτήσεις σχεδόν μονολεκτικά.
Τα γραπτά τους απογοητευτικά, η διάθεσή τους για οτιδήποτε ξέφευγε από το τυπικό μάθημα, περίπου ανύπαρκτη. Είχα σχεδόν παραιτηθεί, όταν μια συνάδελφος των αγγλικών μου λέει: "έλα να παρακολουθήσεις", σε ένα κενό που δεν είχα τι να κάνω. Είχε τη συγκεκριμένη τάξη, Α΄λυκείου, και σκεπτόμουν: " σκέψου τι αφασία θα υπάρχει στα αγγλικά, αφού δεν αρθρώνουν λόγο στη μητρική τους γλώσσα".
Και τότε συνέβη...
Βρέθηκα να παρακολουθώ ένα θαύμα. Τα άλαλα του δικού μου μαθήματος έγιναν λαλίστατα στην ξένη γλώσσα. Επικοινωνούσαν κανονικά, έστω και με λάθη, και μάλιστα εκφράστηκαν πολύ θετικά για μένα στα αγγλικά!
Πόσο ντράπηκα, δε λέγεται.
Δεν θυμάμαι αν βρήκα το θάρρος να πω σε κείνη τη συνάδελφο πόσο ζήλεψα τη δουλειά της, πόσο μειονεκτικά ένιωσα απέναντί της.
Ήταν ένα από τα καλύτερα μαθήματα που πήρα στην πορεία μου ως καθηγήτρια και δεν το ξέχασα ποτέ.
Κι από τότε, ειλικρινά, δεν μου ξαναέτυχε τάξη που να μην μπορεί να συνομιλήσει.

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2009

Το τηλεφώνημα

Στη Μαρίνα

Το έχω ξαναπεί και το έχω ξαναγράψει. Χαίρομαι για όλα τα παιδιά μου, για τη ζωή κοντά τους, για τις επιτυχίες τους, για τις σπουδές τους. Καμαρώνω σαν γύφτικο σκεπάρνι -από μέσα μου βεβαίως- και συγκινούμαι πολύ, όταν τους βλέπω να ωριμάζουν και να γίνονται όμορφοι άνθρωποι και αξιόλογοι εκπαιδευτικοί, υπάλληλοι, μηχανικοί, φαρμακοποιοί κτλ.
Όμως το μεγαλύτερο μέρος του μυαλού μου το απασχολούν εκείνα τα παιδιά μου που αντιμετωπίζουν στη ζωή τους δυσκολίες. Οικογενειακές, προσωπικές, οικονομικές, υγείας κά. Και ασφαλώς οι πιο αγαπημένοι μου μαθητές είναι εκείνοι που έχουν τις χειρότερες επιδόσεις. Βέβαια δεν είναι οι χειρότεροι μαθητές, γιατί χειρότερος μαθητής δεν υπάρχει, αφού δεν υπάρχει κακός μαθητής. Ούτε ένας. Ενώ από καθηγητές...... Χρειάζεται ο ικανός δάσκαλος να βρει τις ευαισθησίες, τις ιδιαιτερότητες κάθε μαθητή και να τον βοηθήσει να τις αναδείξει.

Μια τέτοια περίπτωση είναι το Μαρινάκι. Την είχα στην τάξη και στο σχολείο που αγάπησα πολύ. Παιδί δυο τίμιων ανθρώπων, αργασμένων από τα πάθια της ζωής, κουρασμένων τόσο που το έβλεπες στο βλέμμα τους. Δυο γονιών από δυο διαφορετικές ηπείρους, που ενώθηκαν κάποτε και έπλασαν τη Μαρίνα βάζοντας κυρίως το χρυσάφι της ψυχής τους, γιατί οι σπουδές τους ήταν πολύ φτωχικές.
Η Μαρίνα αργούσε πολλές μέρες και στο πρώτο τετράμηνο έλειπε αρκετές μέρες έχοντας συγκεντρώσει πολλές απουσίες. Είχε λοιπόν τις συσσωρευμένες απουσίες, πήγαινε και στην τεχνολογική κατεύθυνση, όπου δεν τη βοηθούσε το μυαλό της (μαθηματικά, φυσική κτλ.), με αποτέλεσμα να χάσει το ενδιαφέρον της για το σχολείο και τα μαθήματα.
Μόνο στην έκθεση και στη λογοτεχνία ανασταινόταν. Στην έκθεση εξέφραζε τις ευαισθησίες της, τις ανησυχίες της και την αυστηρότητα που ήθελε να διέπει τη ζωή των νέων, για να μην εξοκέλλουν προς δρόμους που ματώνουν.
Στη λογοτεχνία, όμως, ήταν η αποκάλυψη. Τα ποιήματα και τα κείμενα τα διαβάζω πάντα στην τάξη εγώ προκειμένου να μη χαθεί ο ειρμός και να μην αλλοιωθεί το ποίημα, αν και δε χαρακτηρίζομαι από καμιά ικανότητα απαγγελίας. Κάποτε όμως ζήτησα να το διαβάσει και ένας μαθητής. Τότε σήκωσε το χέρι της η Μαρίνα και το διάβασε με μια φωνή που παλλόταν και συντονιζόταν με τις μελωδίες που έκρυβαν οι λέξεις κάτω από τις συλλαβές. Ήταν η απαγγελία ίσως μια επαρκέστατη ερμηνεία του ποιηματος.
Από τότε στο συγκεκριμένο τμήμα η Μαρίνα διάβαζε πάντα τα κείμενα, ιδίως τα ποιητικά, καθηλώνοντας τους συμμαθητές της. Την αναγορεύσαμε και σε μόνιμη αφηγήτρια των εκδηλώσεων του σχολείου. Το καλοκαίρι αποφάσισε να πάει στη θεωρητική κατεύθυνση.
Στο τέλος της χρονιάς είδα πως οι απουσίες της είχαν υπερβεί το όριο λόγω εκείνης της πρώτης περιόδου διαρκών απουσιών. Έσβησα κάμποσες απουσίες, πράξη συνήθης αλλά που σφόδρα δυσαρέστησε τη διεύθυνση.
Πέρασε η χρονιά. Έφυγα από το σχολείο και το μεθεπόμενο καλοκαίρι δέχομαι ένα τηλεφώνημα αργά το μεσημέρι στο κινητό. Ήταν η Μαρίνα. Από τη Μεγαλόπολη όπου ζει πλέον.
-Κύριε, τι κάνετε;
-Κεριά και λιβάνια! Δε σου έχω πει να μη με λες "κύριο";
-Είμαι στη Μεγαλόπολη. Εδώ ζω. Σήμερα γίνομαι δεκαοχτώ χρονών και σκέφτηκα εσάς. Να μιλήσω μαζί σας. Να μάθω τι κάνετε, να σας ακούσω.

Ευλογημένη να 'σαι, Μαρινάκι. Είμαι στο σχολείο μας. Έλα να τα πούμε. Ως ενήλικοι πια.

Σάββατο 5 Σεπτεμβρίου 2009

Η...προγραμματίστρια που ανακάλυψε κάποτε το πρόγραμμα.

Αυτή η μαθήτρια ήταν αυτό που λέμε αστέρι στα μαθηματικά και στη φυσική. Τα είχε για παιχνίδι, έλυνε ασκήσεις όπως άλλοι παίζουν τελίτσες ή τρίλιζα. Τη ρώταγες τι διαβάζει και σου έλεγε δε διαβάζω, μιλάω με τις συναρτήσεις. Προτού σε τρελάνει και σένα και αρχίσεις να μιλάς με τους αρχαίους και τις χρονικές αντικαταστάσεις, απομακρυνόσουν από το πεδίο βολής της με ελαφρά πηδηματάκια.
Τώρα πώς γίνεται αυτό το μαθηματικόσκυλο, που λάτρευε τον προγραμματισμό ως επιστήμη και ετοιμάζοταν να τον σπουδάσει, να μην έχει ιδέα τι σημαίνει προγραμματίζω σε καθημερινό πρακτικό επίπεδο;
Δεν το είχα καταλάβει, ειλικρινά.
Τη συμβούλευα πάντα να κάνει πρόγραμμα, υποτίθεται ότι το έκανε και μέχρι την τρίτη λυκείου δεν έδειχνε να δυσκολεύεται στη δουλειά της. Θεωρούσα ότι οι καθηγητές της στα θετικά μαθήματα την είχαν προϊδεάσει σχετικά και δεν περίμενα την έκρηξη που συνέβη μια μέρα στην αρχή της χρονιάς. Βουτηγμένη στα δάκρυα μου λέει: "ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ! Δεν μπορώ να καταλάβω πώς προλαβαίνουν οι άλλοι κι εμένα δεν με φτάνει η μέρα. Έχω μείνει πίσω, δεν θα τα καταφέρω!"
Προσπαθώντας να την ηρεμήσω τη ρωτάω μεταξύ άλλων: "Κοριτσάκι μου, τι σου λέει το πρόγραμμά σου, πού έχεις μείνει πίσω, έλα να κάνουμε μια αναπροσαρμογή!"
Και έρχεται η βόμβα: -Έεε...το πρόγραμμα...δεν ξέρω...-Τι δεν ξέρεις, παιδί μου, πού έχεις το πρόγραμμα;-Δεν ξέρω να κάνω πρόγραμμα! Φτιάχνω εκεί ένα, αλλά δεν μου κάνει δεν το τηρώ, δεν εφαρμόζεται!
Ήταν ένα πολύ ανεξάρτητο παιδί και δεν ήθελε παρεμβάσεις και υποδείξεις στον τρόπο δουλειάς του, αλλά τώρα είχε παραδοθεί στην απελπισία! "Θα μου κάνεις εσύ πρόγραμμα;"
Θα σου δείξω πώς το κάνουμε, είπα, χωρίς να δείξω πόσο έκπληκτη ήμουν, και καθίσαμε κοντά εγώ και το...πρωτάκι μου το δεκαοχτάχρονο.
Πήραμε πολύχρωμους μαρκαδόρους, κόλλες, το σχολικό της πρόγραμμα, του φροντιστηρίου και την ύλη των μαθημάτων των πανελλαδικών.
Πρώτα φτιάξαμε το εβδομαδιαίο πρόγραμμα: Η κάθε μέρα είχε μπλε ώρες για το σχολείο, κόκκινες για το φροντιστήριο, πράσινες για το διάβασμα στο σπίτι, ροζ για λίγη τηλεόραση ή μουσική ή τηλεφωνήματα ή υπολογιστή, πορτοκαλί για μια έξοδο τη βδομάδα (αδιαπραγμάτευτη σε όλη τη χρονιά), μέχρι υπνάκο το μεσημέρι πρόβλεπε. Μετά βάλαμε κάτω τα μαθήματα, τις σελίδες, πόση ώρα μπορούσε να διαβάζει τη μέρα το καθένα, με τι σειρά, πότε να βγει η ύλη, πότε οι επαναλήψεις, με βάση και το φροντιστήριό της.
Μπήκαν όλα σε σειρά, πολύχρωμα, συμμαζεμένα, σαν το δωμάτιο ενός τακτικού παιδιού (άλλου παιδιού).
Θυμάμαι την ευγνωμοσύνη που φώτιζε τα μάτια της και...τον ανυπόκριτο θαυμασμό της για το...επίτευγμα. Μα πώς το έκανες αυτό; Πω πω, τι ωραίο! Τώρα μου έφυγε όλο το άγχος. Μέχρι την αγαπημένη μου εκπομπή θα βλέπω!
Και με αναγόρευσε σε διάνοια, αυτή που με κατατρόπωσε από την πρώτη δημοτικού, όταν δεν μπορούσα να διακρίνω τις πλευρές που ανήκαν σε ορθογώνιο ή σε τετράγωνο και τις μέτραγα με το χαρακάκι! Από τότε είχε να με θαυμάσει τόσο!
Τελειώνοντας, της είπα ότι το πρόγραμμα δεν είναι ευαγγέλιο, είναι για να μας διευκολύνει, όχι να μας αγχώνει, γι' αυτό αν κάπου μας πιέζει το χαλαρώνουμε και το μαζεύουμε αλλού. Όλη τη χρονιά την έβγαλε χωρίς άγχος, με χρόνο για ψώνια, για καφέ, σε σημείο παρεξηγήσεως, αφού οι καθηγητές που την έβλεπαν να μπαίνει στην τάξη φρέσκια και περιποιημένη, απορούσαν και πίστευαν ότι δεν διαβάζει όσο τα διαλυμένα από το ξενύχτι υπόλοιπα παιδιά. Τελικά αυτό το αουτσάιντερ πρώτευσε στις εξετάσεις και μπήκε πρώτη στη σχολή της πρώτης της προτίμησης, ενώ αρκετοί συμμαθητές της, όπως εκείνη παραδέχεται, καλύτεροί της, δεν απέδωσαν ανάλογα με τις δυνατότητές τους ή ακόμα χειρότερα, παραλίγο να καταρρεύσουν ψυχικά και σωματικά στο παρά πέντε.

Αυτές τις μέρες που οι μαθητές μας μπαίνουν στη γραμμή της εκκίνησης για τις πανελλαδικές, δεν πρέπει εμείς οι δάσκαλοί τους να θεωρούμε αυτονόητο ότι ξέρουν τι σημαίνει πρόγραμμα, ακόμα και οι πιο... υπεράνω υποψίας από αυτούς.

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2009

Παλιές εκπομπές-σύγχρονες λήψεις.

Το χειρότερό μου σε μαθητή είναι ο συνδυασμός πολύ έξυπνος- πολύ τεμπέλης. Προσοχή, όχι αδιάφορος. Αυτόν μπορείς να τον κάνεις να ενδιαφερθεί. Οφείλεις. Είναι η δουλειά μας άλλωστε αυτή ακριβώς. Τον άλλο όμως που δεν είναι αδιάφορος, αλλά δείχνει τον καλύτερό του εαυτό στην τάξη, σε δελεάζει με τις εξαιρετικές του δυνατότητες και σου φέρνει μετά από το σπίτι ό,τι πιο αρπακολλατζίδικο σε εργασία, στην καλύτερη περίπτωση, και στη χειρότερη, ό,τι πιο κλεμμένο, τι τον κάνεις;
Τώρα πια έχω πολλές τεχνικές στη φαρέτρα μου, πολύ εξειδικευμένες και αποτελεσματικές θεραπείες για τους κλινικά αθεράπευτους τεμπέληδες, αλλά παλιότερα δεν ήμουν τόσο εφευρετική, απλώς τους άλλαζα τα φώτα στο...στενό μαρκάρισμα. Εργασίες σκέτες, εργασίες- τιμωρίες, αντιγραφές, "συμβόλαια ανάγνωσης βιβλίων", γενικό προσκλητήριο γονέων, κηδεμόνων, γειτόνων και κουμπάρων, "υποδείξεις" και "φαεινές ιδέες" προς τους γονείς για στερήσεις στην τηλεόραση στις βόλτες ή στα δώρα, ακόμα και φαρμακερές παρατηρήσεις και σχόλια, όπως εκείνο σε μια μαθήτριά μου που δεν είχε διαβάσει ούτε το τελευταίο πάσχα πριν από τις πανελλήνιες: "ε, τώρα να βρεις το γαμπρό να ησυχάσεις!"
Ένας τέτοιος ταλαιπωρημένος μαθητής μου ήταν κι ο Νίκος Μ. Ο ορισμός του έξυπνου και τεμπέλη και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό και τα δύο. Ευτυχώς, έχω αδύνατη μνήμη και δεν θυμάμαι τι ακριβώς είχε περάσει στην τάξη μου. Δυστυχώς, ο ίδιος έχει πολύ καλή μνήμη κι όχι μόνο αυτό, την εξασκεί και κάθε φορά που με βλέπει, γιατί μένουμε στο ίδιο χωριό.
Το περίεργο είναι πως παρόλο που τα θυμάται όλα, και δεν διστάζει να μου τα υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία, παράλληλα μου δείχνει την εύνοιά του, όπως πρόσφατα που του παρήγγειλε ο άνδρας μου ένα σύστημα δορυφορικής λήψης- είναι καλός ηλεκτρονικός- του είπε:"Δεν θέλω λεφτά για την εγκατάσταση, μόνο να πιω καφέ με τη δασκάλα μου και να τα πούμε"
Αν έχω την παραμικρή συμβολή σ' αυτό που εξελίχθηκε ο μαθητής μου, ομολογώ ό,τι δεν νιώθω την παραμικρή τύψη για το κυνηγητό που του έκανα.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2009

Το άριστα έχει ταβάνι

Ήταν και οι δύο μαθητές μου στο ίδιο τμήμα. Με την ίδια ακριβώς επιμέλεια,το ίδιο απαράμιλλο ήθος και τον ίδιο ακριβώς βαθμό ανταπόκρισης στις απαιτήσεις των μαθήματων μου. Διέφεραν όμως πολύ ως προς τις δυνατότητες, γιατί ο ένας ήταν αυτό που λέμε χαρισματικό παιδί, με πολύ υψηλή νοημοσύνη, ωριμότητα και γνώση σε πλήρη αναντιστοιχία και με τους καλύτερους της ηλικίας του. Τα κείμενά του, οι αναλύσεις του, η προσπέλαση του αρχαίου λόγου, δεν διέφεραν σε τίποτε από αυτά ενός αριστούχου της τρίτης λυκείου θεωρητικής κατεύθυνσης. Η άλλη ήταν μια εξαιρετική μαθήτρια, αλλά μέσα στα πλαίσια που ορίζει η ηλικία της και οι διδακτικές απαιτήσεις που απευθύνονται σ' αυτήν.
Στη βαθμολογία τούς ξεχώρισα, όπως είναι φυσικό. Κανείς δεν θα περίμενε να βάλω και στους δύο είκοσι- γιατί εγώ βάζω είκοσι, δεν το έχω για μένα, όπως έχω ακούσει να λέγεται βλακωδώς- θα έπρεπε να τους διαφοροποιήσω, να μην τους ισοπεδώσω.
Κάποια μέρα όμως, διέκρινα μια απογοήτευση στη μαθήτριά μου: "Κυρία, δεν έχω βελτιωθεί; Σε τι θα μπορούσα να τα πάω καλύτερα;"
Την καθησύχασα, της είπα πως είμαι πολύ ευχαριστημένη μαζί της και θα ήθελα να συνεχίσει έτσι, γιατί δεν υστερεί σε τίποτε.
Γυρνώντας σπίτι, με κτύπησε η σκέψη ότι την είχα αδικήσει. Αν δεν ήταν στην τάξη μου ο χαρισματικός συμμαθητής της, θα είχε πάρει σίγουρα το 20, γιατί πληρούσε σε δύο τουλάχιστον μαθήματα, όλες τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που είχα θέσει.
Απλώς, αβασάνιστα, η ύπαρξη του...25 στερούσε από αυτήν το άριστα που της ανήκε.
Φαντάζεστε την έκπληξή της, όταν την κάλεσα και της είπα ότι την είχα αδικήσει κι ότι θα επανόρθωνα στο άλλο τρίμηνο.
Της είπα ακόμη πως αυτό που θέλω να της μείνει από αυτή την ιστορία είναι πόσο σημαντικό είναι να λέμε τη γνώμη μας, να διεκδικούμε ευγενικά το δίκιο μας, ακόμα κι από ανθρώπους που θεωρούμε ανώτερους και φοβόμαστε να τους αμφισβητήσουμε.

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009

Το σκονάκι

Αρχή μου είναι πάντα να μην επιτρέπω την αντιγραφή. Μπορώ να "περάσω" ένα παιδί που έχει αξεπέραστες ή παραμελημένες μαθησιακές δυσκολίες, αλλά δεν θέλω να επιβραβεύσω με την ανοχή μου ή με τα "στραβά μάτια", όποιον προσπαθεί να περάσει αντιγράφοντας.
Μια φορά η αρχή μου αυτή δοκιμάστηκε σκληρά.
Η μαθήτρια με το σκονάκι ήταν μια από τις πιο επιμελείς που είχα στην τάξη μου, παρά το πρόβλημα υγείας που είχε. Πήγαινε συχνά στην Αθήνα για μεταγγίσεις, γιατί έπασχε από μεσογειακή αναιμία, με συνέπεια να χάνει αρκετές ώρες μαθήματος. Όλοι τη διαβεβαίωναν ότι δεν υστερεί καθόλου στην απόδοσή της, χωρίς την παραμικρή επιείκεια, αλλά εκείνη, φαίνεται, δεν το πίστευε.
Και έκανε σκονάκι.
Το είδε η επιτηρήτρια και ήρθε να μου το πει, πριν να κάνει οτιδήποτε. Τι κάνουμε τώρα;
Αν το είχαν δει κι άλλοι μαθητές; Αν και η ίδια καταλάβει ότι την είδαμε και την αφήσαμε; Από την άλλη με τι καρδιά να μονογράψεις την κόλλα ενός παιδιού, που ούτως ή άλλως θα έγραφε πολύ καλύτερα από πολλούς συμμαθητές του, που δεν είχαν το πρόβλημά του;
Και τότε, σκέφθηκα να μην κάνω τα στραβά μάτια, αλλά ούτε να εφαρμόσω το νόμο, που πρόβλεπε βαθμολογία με μονάδα.
Παίρνουμε το σκονάκι και της λέμε ότι διαγράφουμε την άσκηση που αναφέροταν σ' αυτό. Το υπόλοιπο γραπτό της έτσι κι αλλιώς ήταν άψογο.
Εκείνη τη στιγμή το θεώρησα ως καλύτερη λύση, αλλά μετά από τόσα χρόνια και τόσες εμπειρίες, δεν είμαι πια τόσο σίγουρη.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Διδάσκοντας-σκοτώνοντας αρχαία στο γυμνάσιο

-Καλημέρα, παιδιά.
Ας δούμε το παρακάτω μάθημα. Διάβασε, Γιώργο (ο απουσιολόγος).
(Ο Γιώργος διαβάζει.)
-Μετάφρασε, Γιώργο.
(Ο Γιώργος, πολύ υπεύθυνος και ξέροντας ότι θα του ζητηθεί να παραδώσει, έχει μελετήσει και προετοιμάσει το επόμενο μάθημα. Είμαστε στη Γ΄ Γυμνασίου ενός Γυμνασίου του Αιγάλεω. Αρχίζει τη μετάφραση, αλλά σε ένα σημείο κομπιάζει.)
-Συνέχισε, Γιώργο. μετΈφρασε και το υπόλοιπο!
-Δεν το ξέρω, κυρία. Συγνώμη!
-Καλά, δεν πειράζει, Γιώργο. Ποιος θα μεταφράσει;
(Κανείς δεν προτίθεται. Προσπαθεί η ίδια, αλλά δεν τα καταφέρνει, γιατί χτες το βράδυ έβλεπε το αγαπημένο της σίριαλ, όπως τους είπε ευθαρσώς.)
-Καλά. Πάρτε το σαν άσκηση για το σπίτι. Πάμε στα λεξιλογικά.
(Πάλι τα ίδια σε μια …δύσκολη λέξη.)
-Βρείτε την ετυμολογία της λέξης στο σπίτι.
…….
Την εποχή του διαγωνίσματος απαιτεί να βρουν τις δευτερεύουσες προτάσεις από μια πολύ σύνθετη περίοδο, να τις διαχωρίσουν και να τις αναγνωρίσουν πλήρως.
Πότε-πότε ζητά από τα παιδιά να της δανείσουν τα βοηθήματα που χρησιμοποιούν και επιστρέφοντάς τα τα κρίνει:
-Το δικό σου δε μου άρεσε, Νίκο. Του Πάνου είναι καλύτερο.
(Το τμήμα για κακή της τύχη είναι πολύ υψηλού επιπέδου. Και για κακή του τύχη η φιλόλογος είναι αντιστρόφως ανάλογου επιπέδου. Κάποτε σε διαγώνισμα φέρνει ένα πατσαβούρι κακογραμμένο με σημειώσεις στο περιθώριο και δίνοντάς το ζητά συγνώμη:)
-Συγνώμη, αλλά χτες έβλεπα το αγαπημένο μου σίριαλ και έπιασα να το γράψω μετά τις 12 τα μεσάνυχτα.

ΤΙΠΟΤΕ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΪΟΝ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΜΟΥ ΟΥΤΕ ΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΙΧΝΟΣ ΥΠΕΡΒΟΛΗΣ.

Τετάρτη 20 Μαΐου 2009

Διδάσκοντας έκθεση: Κέρδη και ζημιές.

Τον πολύ παλιό εκείνο τον καιρό, αρχές της δεκαετίας του '80, δίδασκα έκθεση σε ένα φροντιστήριο της Αθήνας, έχοντας μόλις τελειώσει το πανεπιστήμιο.
Με αφορμή τη συζήτηση για το φετινό θέμα της έκθεσης, ήρθαν στο μυαλό μου δυο μαθήτριες από εκείνη την εποχή.
Η μία, ας την πούμε Ιωάννα, ήταν αστέρι στη Δεύτερη Δέσμη, πήγαινε για γιατρός (πέρασε κιόλας με την πρώτη στην Ιατρική Αθήνας) και σιχαινόταν την έκθεση. Μου το είπε από την πρώτη στιγμή που μπήκα στην τάξη, δηλώνοντάς μου κιόλας ότι δεν σκοπεύει να ασχοληθεί με το γράψιμο, ακόμα κι αν αυτό θα της στοιχίσει την εισαγωγή της στο πανεπιστήμιο. Περίμενε να της δώσω μαγική συνταγή πώς βελτιώνεσαι στο γράψιμο, ακούγοντας, διαβάζοντας, αλλά μη γράφοντας. Τότε της λέω κι εγώ. Με ποιο άθλημα ασχολείσαι; Με το μπάσκετ. Ήταν ένα ψηλό αθλητικό κορίτσι. Ωραία, Ιωάννα, από αύριο θα μου εξηγήσεις πώς παίζεται το μπάσκετ αναλυτικά. Πώς ρίχνουμε καλάθι, πώς κάνουμε τρίπλα. Όλα καταλεπτώς. Και μετά, θα μου φέρεις κι ένα βιβλίο καλό να το διαβάσω για εμπέδωση. Και μετά; Μου λέει εμβρόντητη. Ε, μετά θα έρθω να παίξω μαζί σου στον αγώνα. Πειράζει που τώρα, όταν μου ρίχνουν τη μπάλα του μπάσκετ, φοβάμαι και φεύγω;
Έβαλε τα γέλια και μου είπε ότι, αν δεν προπονηθώ πολύ, δεν θα μάθω να παίζω ούτε με νηπιαγωγείο.
Ε, κι εγώ ως προπονητής της έκθεσης, σου λέω ότι, αν δε λιώσεις το παντελόνι σου στην καρέκλα γράφοντας, δεν θα μάθεις ποτέ να γράφεις, όσο και να διαβάζεις, όσα σκονάκια και να σου δώσω εγώ.
Και τότε γυρνάει και μου λέει: "Κυρία, δίκιο έχετε, μα εγώ έχω απογοητευθεί, όλοι οι φιλόλογοι μου λένε ότι γράφω λίγα, δεν έχω ανάπτυξη, ούτε λεξιλόγιο. Γι' αυτό μου αρέσουν τα μαθηματικά, γιατί δεν θέλουν πολλά λόγια" Εκεί ακριβώς, της εξήγησα πόσο πλεονέκτημα το θεωρώ εγώ αυτό, ότι μου αρέσουν τα ουσιώδη και περιεκτικά κείμενα κι όχι τα σεντόνια μπουρδολογίας. Κι ότι υπάρχουν πολλοί μεγάλοι συγγραφείς λιτοί και περιεκτικοί. Δεν έκανα πολλά με την Ιωάννα, απλώς την ξετρόμαξα και ξεδίπλωσε στο χαρτί την υψηλή νοημοσύνη της, γράφοντας ένα ωραιότατο 18 σε μιάμιση σελίδα γραπτού. Τη θυμάμαι να βγαίνει από το εξεταστικό κέντρο τη χρονιά με το θέμα από τον Αντώνη Σαμαράκη για τη μοναξιά και να λάμπει από χαρά: "Κυρία, έκανα σχέδιο, δεδομένα- ζητούμενα και η διερεύνηση μου έβγαλε 5 αίτια!" Χαχαχα! Τα είχε μαθηματικοποιήσει όλα και τα αποδείκνυε σαν θεωρήματα.
Αυτή είναι μια γλυκιά ανάμνηση, αλλά η Γεωργία, η άλλη μου μαθήτρια, δεν είναι.
Η Γεωργία ήταν απόφοιτη λυκείου, είχε ξαναδώσει την προηγούμενη χρονιά και δεν είχε περάσει, αν και πολύ καλή μαθήτρια της Τρίτης Δέσμης. Ήταν ο ορισμός του χαρισματικού πλάσματος, έξυπνη, καλλιεργημένη, με ταλέντο στο γράψιμο, με διαβάσματα που θα τα ζήλευε απόφοιτος θεωρητικής σχολής στο πανεπιστήμιο. Πώς και δεν πέρασε; Είχε γράψει πολύ χάλια στην έκθεση! Ακολουθώντας την καλλιτεχνική της φύση, είχε εκφραστεί ελεύθερα και χωρίς κανόνες, είχε βγει πιθανότατα εκτός θέματος ή είχε προσπαθήσει να αντικρούσει τα δεδομένα του θέματος. Τα γραπτά της που πρωτοπήρα στα χέρια μου ήταν εκτός κλίματος πανελληνίων. Στην καλύτερη περίπτωση στοχαστικά δοκίμια, στη χειρότερη, πεζά ποιήματα. Άρχισα να την οριοθετώ, να τη μαζεύω, να της διδάσκω κανόνες και μέτρο. Τα αφομοίωσε όλα, είχε υψηλό στόχο και δεν είχε περιθώρια για λάθη. Με πείραζε καλοπροαίρετα (ήμασταν σχεδόν συνομήλικες), αλλά με άκουγε σαν να ήμουν 30 χρόνια μεγαλύτερη.
Πέρασε στη Φιλοσοφική Αθήνας, χάρηκα, χάρηκε. Μετά, μου έστειλε ένα γράμμα. Κάπου το έχω φυλαγμένο, αλλά έχω από τότε να το διαβάσω, γιατί με πόνεσε πολύ.
Μέσα από την ευγνωμοσύνη και την αγάπη της και με το χαριτωμένο χιούμορ της, μου έλεγε ότι κατόρθωσα να καλουπώσω τόσο πολύ το λόγο της, που πια δεν ήθελε να ξαναγράψει ελεύθερα. Εκείνη αστειευόταν, αλλά εγώ είχα πάντα την υποψία ότι μπορεί να στέρησα τη λογοτεχνία από μια μεγάλη συγγραφέα. Κι όχι τη μόνη ίσως.

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΠΕΙΣ!

Με αφορμή την ανάρτηση του ανεμόμυλου, "Συμβαίνει και στις καλύτερες τάξεις", θα σας διηγηθώ μια πολύ διδακτική ιστορία, που συνέβη σε ΤΕΕ του νησιού μου, πριν από αρκετά χρόνια. Την ίδια ιστορία αφηγήθηκα και στους μαθητές μου, για να τους δείξω πόσο εύκολο είναι να κατηγορήσουν άδικα έναν άνθρωπο, μόνο με βάση αστήρικτες υποψίες.
Ήρθε λοιπόν στο ΤΕΕ αυτό που δίδασκα κι εγώ για λίγες ώρες, ένας νεαρός μηχανολόγος από τη βόρειο Ελλάδα. Είχε όρεξη να κάνει καλή δουλειά, να αλλάξει το κλίμα στα εργαστηριακά μαθήματα, που όλοι τα έβλεπαν ως συνεργείο, μούντζα και χαλαρότητα. Επέβαλε να φέρνουν όργανα σχεδίου, να παρακολουθούν κανονικά, να κάνουν εργασίες. Οι μαθητές του ήταν όμως μεγάλοι σε ηλικία, μερικοί είχαν πάει φαντάροι, δούλευαν σε συνεργεία, είχαν μηχανές και δεν ήταν καθόλου πρόθυμοι, φαίνεται, να...συμμορφωθούν στα μαθήματα που θεωρούσαν του χεριού τους ή μάλλον του κατσαβιδιού τους.
Μια μέρα ένας από αυτούς τους μαθητές πήγε στην τάξη χωρίς όργανα και ο καθηγητής του ζήτησε να φύγει με απουσία, όπως είχε προειδοποιήσει. Αυτός είχε αντιρρήσεις, αντιμίλησε άσχημα στον καθηγητή του και έφυγε μέσα στην τσαντίλα. Την άλλη μέρα πρωί πρωί, βρέθηκε σπασμένο το αυτοκίνητο του συναδέλφου.
Στο γραφείο επικρατούσε πανικός. Ο καθηγητής απειλούσε θεούς και δαίμονες σε έξαλλη κατάσταση, όχι αδικαιολόγητα. Ήταν σίγουρος ότι ο μαθητής τον εκδικήθηκε και ετοιμαζόταν να ζητήσει την κεφαλή του επί πίνακι. Τον φωνάζουμε στο γραφείο και βλέπω ένα παιδί κίτρινο να αρνείται τα πάντα και να μην τον ακούει κανείς. Τον ήξερα, ήταν τσαμπουκάς, αλλά έντιμος και εξηγημένος, μπορεί να έκανε το πιο ακραίο πράγμα φανερά μέσα στα νεύρα του, αλλά δεν θα κτύπαγε πισώπλατα.
Τόλμησα τότε να πω στο συνάδελφο ιδιαιτέρως: "Γιώργο, εδώ λέμε ποτέ μην πεις και εννοούμε ποτέ να μην είσαι σίγουρος ότι φταίει κάποιος, αν δεν έχεις αποδείξεις."
Καταλαβαίνετε ότι εξέλαβε την παρέμβασή μου ως υπεράσπιση και μου φώναξε: "Ναι, ναι, κάτι τέτοια λέτε και τους κακομαθαίνετε! Σιγά μην έχω αμφιβολία!"
Πήγα στην τάξη σκασμένη. Δεν είχα όρεξη για μάθημα. Ήταν ένα τμήμα της Πρώτης ΤΕΕ, που δεν τον είχαν καν καθηγητή το Γιώργο. Είπα στα παιδιά πόσο χάλια νιώθω, πόσο ντρέπομαι που ήρθε ένας άνθρωπος από την άλλη άκρη της Ελλάδας στο νησί μας, να τους μάθει μηχανολογία κι όχι απλώς να περάσει την ώρα του και, επειδή θέλει να κάνει καλά τη δουλειά του, του σπάσαμε το αυτοκίνητο. Και ξέρουμε όλοι πόσο δύσκολο είναι σήμερα ένας μισθωτός να αγοράσει αυτοκίνητο. Κι όσο τα έλεγα αυτά, βλέπω ένα παιδάκι(που ήταν ορφανό από πατέρα) να σουρώνει και να βάζει τα κλάματα: "Κυρία, εγώ το έκανα! Εγώ το έσπασα το αυτοκίνητο!"
Είχα ακούσει καλά; "Γιατί, παιδί μου, εσύ ούτε τον ξέρεις τον άνθρωπο!"
"Γιατί έτσι μου ήρθε, ήθελα κι εγώ να έχω αυτοκίνητο να πάω μια βόλτα και δεν είχα!"
Τον πηγαίνω στο γραφείο και ομολογεί τα ίδια.
Και τότε φάνηκε η ποιότητα του βορειοελλαδίτη συναδέλφου. Όχι μόνο δεν ζήτησε να τιμωρηθεί το παιδί ή να του πληρώσει τα σπασμένα, αλλά από τότε το έβαζε στο αυτοκίνητο και πήγαιναν βόλτες σαν καλά φιλαράκια ή μάλλον σαν πατέρας και γιος.
Να είναι καλά και οι δυο τους, όπου και να βρίσκονται, και ο τρίτος που είχε κατηγορηθεί άδικα.
Αυτή ήταν τελικά μια πολύ χρήσιμη εμπειρία για όλους μας.

Τρίτη 21 Απριλίου 2009

Ο Φινλανδός επισκέπτης και το μάθημά του.

Στο νησί μας ήρθε κάποτε ένας Φινλανδός ελληνιστής, ο Γιούσι Κορχόνεν με την οικογένειά του. Φίλος συναδέλφου μου φιλολόγου, γρήγορα μας κέρδισε όλους με τα θαυμάσια ελληνικά του και την καλοσύνη του. Αν δεν ήξερες πως είναι Φινλανδός, εύκολα θα τον περνούσες για Έλληνα, και λόγω ιδιοσυγκρασίας και λόγω έφεσης στο καλό φαΐ, στο κρασάκι και στην παρέα.
Δίδασκε ελληνικά σε ένα φινλανδικό πανεπιστήμιο και έκανε ό,τι μπορούσε για να μπει στη νοοτροπία του αντικειμένου διδασκαλίας του (όχι πως δεν το διασκέδαζε κιόλας).
Εμείς σκεφθήκαμε να τον αξιοποιήσουμε, τον έφερα στην τάξη να μας διαβάσει αρχαία με ερασμιακή προφορά, και κανονίσαμε να μιλήσει με τους μαθητές και τους συναδέλφους σε μία ανοικτού τύπου συνέντευξη. Μίλησε λίγο για τη χώρα του, για τη δουλειά του, για τη χώρα μας και δέχθηκε πολλές ερωτήσεις από τα παιδιά και εμάς.
Ώσπου μας ήρθε η...κεραμίδα δια στόματος νεαρής φιλολόγου, που μόνο το νεαρό της ηλικίας της μπορεί να συγχωρέσει το ατόπημα προς τον φιλοξενούμενο:
"Εσείς μάθατε τόσο καλά τη γλώσσα μας και τον πολιτισμό μας, με κίνδυνο να απομακρυνθείτε από τη δική σας ταυτότητα, μήπως γιατί δεν έχετε και πολλά να χάσετε; Μήπως επειδή σας κέρδισε η αξία του δικού μας πολιτισμού;" Δεν μεταφέρω την ερώτηση κατά λέξη μετά από τόσα χρόνια, αλλά μόνο κατά προσέγγιση νοήματος. Μπορώ να μεταφέρω όμως αυτούσιο το συναίσθημα που κυριαρχούσε και μου ζήταγε να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Η αμηχανία ήταν έκδηλη σε όλους εκτός από τον Κορχονιάδη, όπως τον αποκαλούσαμε πια.
"Από την εποχή που γνώρισα τη γλώσσα σας και τον πολιτισμό σας, αγάπησα περισσότερο τη δική μου γλώσσα και κουλτούρα. Έτσι αγαπάς περισσότερο τον τόπο σου, όταν γνωρίσεις κι αγαπήσεις κι άλλους τόπους και πολιτισμούς" είπε χωρίς να δείξει την παραμικρή ενόχληση.
Έτσι, με πραγματικό πολιτισμό, που δεν είχε και δεν έχει σύνορα και ταυτότητα.

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009

Αλβανός σημαιοφόρος

Το σχολείο ήταν ένα επαρχιακό ΤΕΕ. Οι μαθητές από μέτριοι σε επίδοση έως πολύ αδύνατοι, με μόνο ενδιαφέρον την ειδικότητά τους και μάλιστα στην πρακτική της εφαρμογή (εργαστήριο ηλεκτρολογικό, μηχανολογικό, υδραυλικό). Αντιμετώπίζαν τα θεωρητικά μαθήματα, στην καλύτερη περίπτωση, με ευγενική ανοχή και στη χειρότερη, με πανηγυρική αδιαφορία. Στο μάθημα της ιστορίας το μόνο που κατάφερε να τους συγκινήσει ήταν η ιστορία της μηχανής και γενικά των εφευρέσεων. Εκεί, καταλάβαιναν περισσότερα από τη διδάσκουσα και της τα εξηγούσαν κιόλας, καθότι αδαής περί τα τεχνολογικά.
Ένας μαθητής όμως ξεχώριζε. Ήταν ένα παιδί από την Αλβανία, που έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για την ιστορία, παρακολουθούσε προσεκτικά, κρατούσε σημειώσεις, διάβαζε στο σπίτι και σιγά σιγά κατάφερε να συμμετέχει ουσιαστικά στο μάθημα.
Φαίνεται ότι ήταν εξίσου επιμελής και στα υπόλοιπα, γι' αυτό την επόμενη χρονιά αναδείχθηκε σε πρώτο μαθητή της τελευταίας τάξης, άρα σημαιοφόρο.
Όταν μαθεύτηκε αυτό στο σχολείο από τις πρόβες για την παρέλαση, άρχισε ο ψίθυρος: "Αλβανός σημαιοφόρος;", "Δεν θα πατήσει κανείς μας στην παρέλαση, ας παρελάσει μόνος του"
Έφτασαν και στα αυτιά της φιλολόγου οι ψίθυροι. Δεν είπε τίποτε, ούτε καν έδειξε να έχει καταλάβει κάτι. Στο επόμενο μάθημα της ιστορίας, τους αιφνιδίασε: "Επανάληψη της ύλης της προηγούμενης τάξης, να δούμε τι θυμόσαστε από την αρχαία και τη βυζαντινή ιστορία. "
Δεν θυμόνταν και πολλά, άσε που βαριόνταν να θυμηθούν...
Ένας μόνο θυμόνταν τα πάντα! Ο Αλβανός. Η συνέχεια ήταν μόνο μεταξύ εκείνου και της καθηγήτριας. Οι άλλοι απλοί παρατηρητές.
Τελειώνοντας, τους κοίταξε έτσι μουδιασμένους όπως ήταν και περίμεναν κατσάδα και τους ρώτησε: "Αν έρχονταν τώρα ένας ξένος στην τάξη και του ζητούσαμε να μας πει ποιος είναι σίγουρα Έλληνας εδώ μέσα, ποιον νομίζετε ότι θα έδειχνε;"
Δεν χρειάστηκε να απαντήσουν ούτε σ' αυτή την ερώτηση και ήλθαν όλοι στην παρέλαση.

Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2009

Ο έλεγχος

Στη Νίκη
Η -ας πούμε- Βικτόρια είναι ένα κορίτσι με ανισότητες. Όμορφη κοπέλα, μεγαλύτερη από τους συμμαθητές της. Διετής γαρ. Περιποιούνταν τον εαυτό της, είχε τους φίλους της, κάπνιζε και το τσιγαράκι της σε σταθερή βάση. Μαθήτρια χωρίς ενδιαφέρον για το μάθημα. Περίμενε να αποφοιτήσει, για να χρησιμοποιήσει το απολυτήριο προς την κατεύθυνση που ήθελε. Χωρισμένων γονιών παιδί, με ένα χαμόγελο γεμάτο πίκρα στο βάθος του, αλλά και με σκωπτική διάθεση σταθερή. Στην τάξη καθόταν πάντα μόνο με την κολλητή της. Δύσκολα έκανε στενή παρέα με άλλους συμμαθητές, χωρίς ωστόσο να έχει και εχθρότητα. Η Παναγιώτα, η ...τρίτη μου κόρη, την έβλεπε με αυστηρότητα, γιατί περνούσε τα διαγωνίσματα με αντιγραφές, χωρίς να το αξίζει. Είχε πάρει από τον πατέρα της, ως φαίνεται.
Κάποια φορά η Βικτόρια εμφάνισε κρίση άσθματος και την έτρεξα στο σπίτι με το αυτοκίνητο, για να πάρει τις εισπνοές από το ειδικό σκεύος που είχε ξεχάσει. Τότε την κατσάδιασα άγρια, γιατί δεν ήξερα για το άσθμα. Ήξερα μόνο για το κάπνισμα.
Ήταν η μέρα των ελέγχων. Μια μέρα που η Βικτόρια ήταν γεμάτη άγχος, γεγονός που μου προκάλεσε το ενδιαφέρον. Αφού όλο το τετράμηνο δεν προσπαθούσε, γιατί τώρα φοβόταν, αγωνιούσε;
Δώσαμε όλους τους ελέγχους και ο πατέρας της Βικτόριας δεν είχε έλθει ακόμη. Αυτή σε αναμμένα κάρβουνα. Ο πατέρας ερχόταν με τη μοτοσικλέτα από τον Πειραιά και μέχρι να φτάσει στη Βόρεια Αττική είχε αργήσει. Κάποτε ήρθε επιτέλους. Ένας άνθρωπος που έβλεπες πως αγαπούσε τη θυγατέρα του πολύ, ίσως γιατί ζούσε μακριά της, χωρισμένος από τη μάνα της. Παίρνει τους βαθμούς και βλέπει 17, 16 15 κυρίως, βαθμούς φουσκωμένους ασφαλώς. Το πρόσωπό του γεμίζει από μια λάμψη, από ένα χαμόγελο χαράς και ευγνωμοσύνης για την κόρη του. Έχασε τα λόγια του για λίγα δευτερόλεπτα. Αγκάλιασε τη μικρή και γεμάτος χαρά γυρίζει και μου λέει:
Τρέχω στο φροντιστήριο, να τους δείξω τους βαθμούς της Βικτόριας.
Η Βικτόρια ανακουφισμένη και ευτυχισμένη θα έλεγα. Για αυτές τις λίγες στιγμές ήταν ευτυχισμένη. Ήξερε το ψέμα των βαθμών, αλλά ήξερα την αλήθεια της χαράς του πατέρα και της θυγατέρας του.
Αυτό το σχολείο είναι το σχολείο μου. Αυτά τα παιδιά είναι τα παιδιά μου. Στο μέλλον θα ανεβάσω μια αφήγηση για καθένα από τα παιδιά μου.

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

Ο κόπος

Ήταν εποχή διαγωνισμάτων, καλή ώρα...
Στη Δευτέρα λυκείου έγραφαν έκθεση με θέμα την οικογένεια, αλλά στο πολύ πιο σύνθετο και μπερδεμένο. Ο φουκαράς ο Αντώνης δεν κατέβαζε καμιά ιδέα, άσε που βαριόταν να σκεφθεί οτιδήποτε. Σε μια στιγμή λοιπόν θυμήθηκε ότι κάτι παρόμοιο έγραφε το βιβλίο των θρησκευτικών. Φτου να πάρει και δεν είχαν θρησκευτικά εκείνη τη μέρα! Δεν το έβαλε κάτω. Πήρε άδεια να πάει στην τουαλέτα, πηγαίνει στο γραφείο, ζητάει με μια δικαιολογία τα κλειδιά της αποθήκης, βρίσκει το βιβλίο, το διπλώνει στην επίμαχη σελίδα και το βάζει κάτω από το πουλόβερ του. Γυρίζει στην τάξη, η καθηγήτρια στον κόσμο της, σιγά μην υποψιαστεί ότι κάποιος θα αντιγράψει στην έκθεση. Με την άνεσή του αντιγράφει το σχετικό απόσπασμα για την οικογένεια, παραδίδει το γραπτό του και βγαίνει έξω ευτυχής. Όταν τους έφερε τα διαγωνίσματα, πίστευε ότι θα είχε πάρει τον καλύτερο βαθμό του και θα γλίτωνε τις παρατηρήσεις και τη γκρίνια της καθηγήτριας, αν κι επίτηδες έκανε κάποια λάθη, για να μην τον υποψιαστεί. Κι όμως... ένα 01 φαρδύ πλατύ πάνω στην κόλλα! 01! - Μα γιατί, κυρία!- Δεν ξέρω πού το βρήκες αυτό, Αντώνη, αλλά είναι εντελώς εκτός θέματος, δεν έκανες καν τον κόπο να διαβάσεις το θέμα; Και τότε ξέσπασε η δίκαιη αγανάκτηση: -Μα εγώ έκανα τόσο κόπο να το βρω να το φέρω να το αντιγράψω...Κρίμα στον κόπο μου!
Αχ, καλέ μου Αντώνη, καλή σου ώρα όπου και να 'σαι, συγνώμη μωρέ που δεν σε ευχαρίστησα τουλάχιστον για τον κόπο σου. Και για το γέλιο που μου χάρισες...

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Η πλαγία οδός

Τον περίμεναν χρόνια αυτόν το φυσικό. Μια ζωή στο λύκειο είχαν όλες τις άλλες ειδικότητες του κλάδου ΠΕ4, χημικούς, βιολόγους, φυσιογνώστες, γεωλόγους, εκτός από φυσικούς. Το μάθημα της φυσικής όμως είναι πολύ απαιτητικό και δεν επιδέχεται "συναφείς" ειδικότητες, θέλει το...φυσικό του. Με τα πολλά αξιώθηκαν κι αυτοί έναν φυσικό, που έδειχνε και ορεξάτος και έμπειρος στη φυσική κατεύθυνσης. Ήταν όμως αναπληρωτής και συγχρόνως χαμηλών τόνων. Δυο ιδιότητες καταστροφικές για την ίση μεταχείριση στην κατανομή των ωρών. Τυχαία λοιπόν συζητώντας, ρωτήθηκε από μόνιμη συνάδελφό του άλλης ειδικότητας πώς τα πάει με την Τρίτη στη φυσική κατεύθυνσης. "Δεν πήρα τη φυσική. Μου έδωσαν γεωγραφία στο γυμνάσιο. Δεν βόλευε στο πρόγραμμα. Τη φυσική την πήραν στη Γ΄ και στη Β΄ ο χημικός και ο γεωλόγος!" Πέφτει από τα σύννεφα η συνάδελφος. Δεν είναι δυνατόν να έρχεται μετά από τόση αναμονή και τόσες πιέσεις φυσικός και να του δίνουν γεωγραφία! Ρώτησε τη διευθύντρια, της τα μάσησε. Πιθανότατα έκανε το χατήρι των παλιών και μόνιμων που ήθελαν να διατηρήσουν το πρόγραμμά τους. Κι ο νόμος; Η πρώτη ανάθεση της φυσικής στο φυσικό; Σιγά τώρα...Οι νόμοι είναι για όταν μας συμφέρουν, αλλιώς αρκεί η...συναδελφική αλληλεγγύη. Κοινώς...αφού τα βρήκαν αυτοί εσύ τι ψάχνεσαι;
Ε, και τότε έκανε κάτι...αντισυναδελφικό. Λειτούργησε προβοκατόρικα και παρασκηνιακά. Κινητοποίησε γονείς και κηδεμόνες, που ιδέα δεν είχαν για τη ...μοιρασιά και πιθανότατα δεν θα έβρισκαν και άκρη αν το μάθαιναν, τους ενημέρωσε για το νόμο και τα δικαιώματά τους και τους είπε να παρέμβουν.
Δεν είναι ό,τι καλύτερο αυτός ο τρόπος επίλυσης προβλημάτων στο σχολείο και ευτυχώς δεν χρειάστηκε ποτέ να τον ξαναχρησιμοποιήσει, αλλά στην περίπτωση αυτή απέδωσε.
Η φυσική βρήκε το φυσικό της και οι μαθητές επίσης.
Μόνο που μερικοί άνθρωποι δεν νιώθουν καλά να φτάνουν στο στόχο τους δια της πλαγίας οδού και, αν και έχουν περάσει τόσα χρόνια, η ανάμνηση αυτή δεν έχει ωραία γεύση.

Δευτέρα 5 Ιανουαρίου 2009

Η έκπληξη των μαθητών

Το καλό με τους καθηγητές είναι ότι όσο περνούν τα χρόνια, μαλακώνουν. Γίνονται πιο επιεικείς, αποκτούν μεγαλύτερη αυτογνωσία, άρα και επίγνωση των αδυναμιών τους και ως εκ τούτου έχουν και μεγαλύτερη κατανόηση για τις αδυναμίες των μαθητών τους.
Η εν λόγω καθηγήτρια είχε ανέκαθεν μια αδηφάγο διάθεση έναντι των διακοπών των Χριστουγέννων. Την ώρα που ο υπόλοιπος κόσμος έφτιαχνε μελομακάρονα και κουραμπιέδες, εκείνη μαγείρευε ασκήσεις αρχαίων, εργασίες εκθετικές, συνέτασσε κατάπτυστα συμβόλαια ανάγνωσης βιβλίων της σχολικής βιβλιοθήκης (ναι, είχε πέσει τόσο χαμηλά, που δέσμευε με συμβόλαια βαριάς καθαρεύουσας τους άτυχους μαθητές της να διαβάσουν τα βιβλία που τους δάνειζε)
Οι μαθητές είναι τελικά πολύ ανθεκτικό είδος (οι κατσαρίδες ωχριούν μπροστά τους), δεν παθαίνουν τίποτα με τόσα πειράματα. Κατά καιρούς βέβαια είχε κινδυνέψει να πνιγεί με μελομακάρονα και βασιλόπιτες, κι όχι επειδή τα έτρωγε γρήγορα...
Αυτή τη χρονιά είχε κάποιους ενδοιασμούς. Ήταν ευχαριστημένη από τους μαθητές της, είχαν πάει καλά στο α τρίμηνο, δεν είχαν κάνει καθόλου κατάληψη, έκαναν εργασίες, πέρασαν και δύσκολες μέρες τον τελευταίο καιρό. Έφτιαξε λοιπόν μόλις τρεις σελιδούλες με ασκήσεις αρχαίων, έτσι για ξεσκούριασμα. Πηγαίνοντας να τις φωτοτυπήσει, μια καλή συνάδελφος και μαμά πολλών παιδιών της είπε: "Άφησέ τους να κάνουν διακοπές! Τελικά ποιοι τις κάνουν; Οι καλοί που δεν το χρειάζονται κιόλας!" Αφορμή ζήταγε να κάνει κι αυτή την υποχώρηση. Της φάνηκε πολύ λογικό το επιχείρημα (αχ πού' σαι νιότη πού δειχνες...) και μπήκε στην τάξη χωρίς τις φωτοτυπίες.
Οι μαθητές την είδαν φαίνεται κάπως προβληματισμένη, πάντα την καταλαβαίνουν οι μαθητές κι αυτό είναι μια ακόμη επικίνδυνη ιδιότητά τους.
"Τι συμβαίνει, κυρία;" "Να βρε παιδιά, είπα φέτος (ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΙΔΕΑ ΜΗ ΝΟΜΙΖΕΤΕ ΜΟΝΗ ΜΟΥ ΤΗ ΣΚΕΦΘΗΚΑ) να μη σας δώσω ασκήσεις όπως πέρυσι στα αρχαία. Θα μου παρουσιάσετε μόνο βιβλίο. Άντε βρε, καλά να περάσετε, μη μου κάτσουν τα μελομακάρονα στο λαιμό, όπως πέρυσι"
Και τότε συνέβη το αναπάντεχο!
Σηκώθηκε στο πόδι σχεδόν όλη η τάξη!
"ΜΑ ΕΜΕΙΣ ΘΕΛΟΥΜΕ!" "Τι έκανε λέει;" "Θέλουμε ασκήσεις, να μας τις φέρετε!"
Ποιοι θέλουν; Τα 2/3 της τάξης! Και όσοι δεν ήθελαν δεν μούτζωναν τους υπόλοιπους!
Τώρα να χαρεί ή να ανησυχήσει;
Βρε λες να είναι τελικά εκείνη το πειραματόζωο των παιδιών;
Πάντως δεν πνίγηκε φέτος ούτε μια φορά από μελομακάρονο!