Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008

Ο μαθητής με τη βαριά κληρονομιά.

Ήρθε να εξεταστεί ως κατ' οίκον διδαχθείς ο παραπληγικός μαθητής της Α΄Γυμνασίου στις εξετάσεις του Ιουνίου, στα θέματα που δόθηκαν και στους υπόλοιπους μαθητές. Έδωσε εξαιρετικά γραπτά. Αρίστευσε σε όλα τα μαθήματα, χωρίς την παραμικρή ευνοϊκή μεταχείριση λόγω της αναπηρίας του. Σκέφτηκα να μιλήσω στον πατέρα του να τον φέρει τουλάχιστον την επόμενη χρονιά στο σχολείο. Θα βρίσκαμε τρόπο να του διευκολύνουμε την πρόσβαση και τη φοίτηση. Η διευθύντρια με απέτρεψε. Το ίδιο και ο παλιός ντόπιος καθηγητής. Δεν θέλουν να το στείλουν, το διαβάζουν στο σπίτι...Μισόλογα, υπονοούμενα. Δεν τα έχουν καλά με τον κόσμο... κρύβονται... φοβούνται. Άρχισα να υποψιάζομαι ότι κάτι συμβαίνει και ψάρεψα τους ντόπιους. Ο μεγαλόσωμος άνδρας που έφερνε το παιδί και το κουβαλούσε αγκαλιά στην τάξη, ο πατέρας, ήταν ένας από τους χειρότερους βασανιστές της χούντας. Στα χέρια του είχαν υποφέρει πολλοί αγωνιστές της αντιδικτατορικής αντίστασης. Τα χαστούκια του ήταν τα χειρότερα που είχαν δοκιμάσει οι φυλακισμένοι της επταετίας. Δικάστηκε, καταδικάστηκε, φυλακίστηκε. Όταν βγήκε και γύρισε στον τόπο του, ούτε η μάνα του δεν πήγε να τον υποδεχθεί. Όλοι του γύρισαν την πλάτη. Κοινωνικά απόβλητος. Πήρε, λέει, ασβέστη κι έβαψε όλα τα ξωκλήσια του νησιού, για να εξιλεωθεί. Στην επέτειο του πολυτεχνείου κάθε χρόνο κρύβονταν από φόβο και ντροπή. Έμαθα ότι πιστεύει πως ο θεός τον τιμώρησε και με την εκ γενετής αναπηρία του παιδιού του.
Θυμάμαι εκείνο το μικρό αγόρι με το καθαρό πρόσωπο, την ευγενική φυσιογνωμία. Θυμάμαι το άψογο γραπτό του, τον ωραίο λόγο, την ωριμότητα στη σκέψη, την υψηλή νοημοσύνη. Τι να απέγινε άραγε; Πόσο ακριβά πλήρωσε τις αμαρτίες του γονιού του;

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

H καλύτερή μας γιορτή

Πόσα χρόνια πέρασαν; Μπορεί και 15. Ανέλαβα πολλές γιορτές από τότε. Καμιά δεν τη ξεπέρασε αυτή τη γιορτή. Η ιδέα μου ήρθε σε μια εκδρομή στη θάλασσα. Τέτοιες μέρες. Είχαμε αναλάβει τη γιορτή, η θεολόγος, η οικονομολόγος κι εγώ. Τι θα κάνουμε; Όλο τα ίδια και τα ίδια, ποιήματα, πεζά, κανένα σκετσάκι, ομιλίες. Αυτή τη φορά θα είναι αλλιώς. Θα λάβουν όλοι μέρος, όλο το σχολείο και δεν θα το ξέρουν ούτε καν οι μισοί. Στρωθήκαμε μια βδομάδα οι τρεις μας να γράψουμε τα κείμενα. Η τελευταία συνέλευση πριν από την τραγική νύχτα. Οι αντίθετες απόψεις, η νεανική αποκοτιά, ο φόβος, η αμφιβολία, οι αντιρρησίες, ο έρωτας για ελευθερία και αντίσταση στο φασισμό. Και μαζί τα συνθήματα, η μουσική, τα τραγούδια. Μπήκαν στο κόλπο οι "κλακαδόροι", μαθητές σκόρπιοι μέσα στο αμφιθέατρο, φώναζαν συνθήματα, χτυπούσαν παλαμάκια και παρέσυραν τους θεατές. Καθηγητές, μαθητές με κιθάρες, ξεπήδησαν από το ακροατήριο και τραγούδησαν τα τραγούδια των ημερών εκείνων, μαζί με το κοινό. Γίναμε η τελευταία συνέλευση, φωνάξαμε συνθήματα, τραγουδήσαμε, ζήσαμε τον παλμό των ημερών. Καταργήσαμε τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ θεατών και συμμετεχόντων, δέκτη και πομπού, θεάματος και ζωής, αυτού που έγινε κι αυτού που γίνεται τώρα και για πάντα.
Ερικέτη Κουντούρη, Μαρία Καραπιπέρη, σας έχω χάσει, έχω χάσει και τα κείμενα, αν ποτέ διαβάσετε αυτές τις γραμμές, δώστε σημείο ζωής να βρεθούμε. Έχουμε πολλά να πούμε. Πολλά και καλά.
ΥΓ: Σ' αυτή τη γιορτή έγινε και η λογοκρισία στο Imagine του Λένον, όπως έγραψα σε παλιότερη δημοσίευση.