Ο πιτσιρίκος ήταν στην Α΄ Γυμνασίου, αλλά τα μυαλά του ήταν στην μπάλα. Έμπαινε στο σπίτι, πετούσε την τσάντα και έτρεχε στον πίσω δρόμο, για να παίξει ποδόσφαιρο μέχρι να βραδιάσει.Έτσι έκανε κι εκείνη την Παρασκευή.
Γυρίζοντας όμως ιδρωμένος στο διαμέρισμα της εργατικής πολυκατοικίας στου Ρέντη, είδε τη μητέρα του ανήσυχη, πολύ ανήσυχη, όπως και την 23χρονη αδελφή του, να ακούνε ένα ραδιοφωνικό σταθμό με πολλά παράσιτα.
-Τι είναι, μάνα; Τι τρέχει;
-Τίποτε. Πήγαινε να γράψεις τα μαθήματά σου.
Έπιασε την αδελφή του και τη ρώτησε. Εκείνη τού είπε πως ο αδελφός του, ο Μαρίνος, δεν είχε δώσει σημεία ζωής από χτες το μεσημέρι και πως μάλλον ήταν στο Πολυτεχνείο στην Αθήνα. Ο μικρός πήγε στη βιβλιοθηκούλα του, να γράψει για την επομένη, για το Σάββατο τα μαθήματά του.
Κοιμήθηκε νωρίς έχοντας ξεχάσει το περιστατικό με τον αδελφό του.
Το πρωί η μάνα του έκλαιγε, θρηνούσε τον αδελφό που δεν είχε ακόμη φανεί. Τη νύχτα η δικτατορία είχε μπει με το τανκ και τις δυνάμεις του στρατού στο Πολυτεχνείο καταπατώντας το άσυλο και ο αδελφός του ήταν χαμένος. Κανένα σημάδι ζωής.
Ο 13χρονος πιτσιρίκος συνειδητοποίησε πολύ βίαια ότι μάλλον είχε χάσει τον αδελφό του. Στάθηκε σχεδόν όλη τη μέρα στο παράθυρο που έβλεπε προς την Αθήνα και περίμενε να δει τον αδελφό του να έρχεται.
Εκείνες οι ώρες ήταν οι ώρες που το παιδί, το ανέμελο παιδί της μπάλας και της αθωότητας, έγινε νέος, ένιωσε πολίτης που αδικείται από την ανελευθερία και την καταπίεση. Μέσα από τα μάτια του, που έτρεχαν διαρκώς κλαίγοντας τον αδελφό που είχε χαθεί -αυτό το θεωρούσε δεδομένο πλέον- ένιωθε μιαν οργή να κατακλύζει το είναι του εναντίον αυτού του ανελεύθερου, του φασιστικού καθεστώτος που είχε υποδουλώσει την πατρίδα του.
Και την επόμενη μέρα, την Κυριακή, με στρατιωτικό νόμο που περιόριζε την ελευθερία κυκλοφορίας των πολιτών μετά από κάποια ώρα, άρχισαν στην ταράτσα της πολυκατοικίας να γίνονται από τον πιτσιρίκο και την παρέα του οι πρώτες πολιτικές συζητήσεις. Τότε κατάλαβε τι σημαίνει δημοκρατία, τι σημαίνει ανελευθερία, τι είναι να μην μπορείς να βγεις από το σπίτι σου, επειδή απαγορεύεται.
Αυτός ο πιτσιρίκος συντάσσει πολύ συγκινημένος το σημείωμα αυτό στη μνήμη του αδελφού του, που χάθηκε αργότερα, γιατί ήταν προσηλωμένος στον αγώνα για τη δημοκρατία και τη φτωχολογιά. Σε αντίθεση προς άλλους, επώνυμους, αγωνιστές της εποχής, που εξαργύρωσαν την παρουσία τους εκείνες τις τρεις μέρες στο Πολυτεχνείο, και έφτασαν σήμερα την Ελλάδα στο πρωτοφανές αδιέξοδο που ζούμε.
Γυρίζοντας όμως ιδρωμένος στο διαμέρισμα της εργατικής πολυκατοικίας στου Ρέντη, είδε τη μητέρα του ανήσυχη, πολύ ανήσυχη, όπως και την 23χρονη αδελφή του, να ακούνε ένα ραδιοφωνικό σταθμό με πολλά παράσιτα.
-Τι είναι, μάνα; Τι τρέχει;
-Τίποτε. Πήγαινε να γράψεις τα μαθήματά σου.
Έπιασε την αδελφή του και τη ρώτησε. Εκείνη τού είπε πως ο αδελφός του, ο Μαρίνος, δεν είχε δώσει σημεία ζωής από χτες το μεσημέρι και πως μάλλον ήταν στο Πολυτεχνείο στην Αθήνα. Ο μικρός πήγε στη βιβλιοθηκούλα του, να γράψει για την επομένη, για το Σάββατο τα μαθήματά του.
Κοιμήθηκε νωρίς έχοντας ξεχάσει το περιστατικό με τον αδελφό του.
Το πρωί η μάνα του έκλαιγε, θρηνούσε τον αδελφό που δεν είχε ακόμη φανεί. Τη νύχτα η δικτατορία είχε μπει με το τανκ και τις δυνάμεις του στρατού στο Πολυτεχνείο καταπατώντας το άσυλο και ο αδελφός του ήταν χαμένος. Κανένα σημάδι ζωής.
Ο 13χρονος πιτσιρίκος συνειδητοποίησε πολύ βίαια ότι μάλλον είχε χάσει τον αδελφό του. Στάθηκε σχεδόν όλη τη μέρα στο παράθυρο που έβλεπε προς την Αθήνα και περίμενε να δει τον αδελφό του να έρχεται.
Εκείνες οι ώρες ήταν οι ώρες που το παιδί, το ανέμελο παιδί της μπάλας και της αθωότητας, έγινε νέος, ένιωσε πολίτης που αδικείται από την ανελευθερία και την καταπίεση. Μέσα από τα μάτια του, που έτρεχαν διαρκώς κλαίγοντας τον αδελφό που είχε χαθεί -αυτό το θεωρούσε δεδομένο πλέον- ένιωθε μιαν οργή να κατακλύζει το είναι του εναντίον αυτού του ανελεύθερου, του φασιστικού καθεστώτος που είχε υποδουλώσει την πατρίδα του.
Και την επόμενη μέρα, την Κυριακή, με στρατιωτικό νόμο που περιόριζε την ελευθερία κυκλοφορίας των πολιτών μετά από κάποια ώρα, άρχισαν στην ταράτσα της πολυκατοικίας να γίνονται από τον πιτσιρίκο και την παρέα του οι πρώτες πολιτικές συζητήσεις. Τότε κατάλαβε τι σημαίνει δημοκρατία, τι σημαίνει ανελευθερία, τι είναι να μην μπορείς να βγεις από το σπίτι σου, επειδή απαγορεύεται.
Αυτός ο πιτσιρίκος συντάσσει πολύ συγκινημένος το σημείωμα αυτό στη μνήμη του αδελφού του, που χάθηκε αργότερα, γιατί ήταν προσηλωμένος στον αγώνα για τη δημοκρατία και τη φτωχολογιά. Σε αντίθεση προς άλλους, επώνυμους, αγωνιστές της εποχής, που εξαργύρωσαν την παρουσία τους εκείνες τις τρεις μέρες στο Πολυτεχνείο, και έφτασαν σήμερα την Ελλάδα στο πρωτοφανές αδιέξοδο που ζούμε.
2 σχόλια:
Πολύ συγκινητικό. Μου θυμίζει κάτ ανάλογο την ημέρα της εισβολής στην Κύπρο. Ο αδελφός μου ήταν τότε φαντάρος σε άδεια που την διέκοψε. 40 μέρες κοιτούσαμε καρφωμένοι στο παράθυρο.
Είναι καιρός να βγουν οι αληθινές μαρτυρίες στο φως. Οι ανεξαργύρωτες. Αρκετά μίλησαν οι κάθε λογής κάπηλοι.
Δημοσίευση σχολίου