Δεν ήταν και το πιο ήσυχο παιδί του σχολείου. Της άρεσαν τα πειράγματα, οι πλάκες, οι φάρσες. Όταν βαριόταν το μάθημα, εκεί στο τελευταίο θρανίο, είχε όλα τα εφόδια, ένα μικρό ραδιάκι, μια τράπουλα, αμυγδαλάκια-φουντουκάκια, και όταν αυτά δεν αρκούσαν, άφηναν τις τσάντες με την υπόλοιπη παλιοπαρέα, έπαιρναν το λεωφορείο και πήγαιναν τουρισμό στα χωριά γύρω από τη Χώρα. Μια φορά είχαν αποσώσει στο νεκροταφείο να περιεργάζονται τα μνήματα με τις ωραίες επιτύμβιες πλάκες και να σχολιάζουν με το υπέροχο θράσος της εφηβείας που δεν ψηφά θανάτους και τέτοια πεζά.
Κανονικά, θα έπρεπε να είχε πάρει 10 αποβολές, αλλά κάπως τα κατάφερνε να τη βγάζει καθαρή. Είναι που ήταν η καλή μαθήτρια ή που έδειχνε καλό κορίτσι υπεράνω υποψίας;
Μακάρι να έπαιρνε μια τέτοια αποβολή να έχει κάτι να θυμάται από τις νεανικές της τρέλες.
Η νέμεσις όμως ήρθε στο πρόσωπο ενός γέρου με κόκκινα σαν βαμμένα μαλλιά, κοντού και κοκαλιάρη, με απαίσιο χαμόγελο- μάσκα που άφηνε κάτι δόντια χρυσά και κίτρινα να σε φοβερίζουν με δική τους θαρρείς πρωτοβουλία. Αυτό το οντάριο, τον Γενικό Επιθεωρητή, το έτρεμαν όλοι, μαθητές και καθηγητές, ακόμα κι ο Λυκειάρχης, ο αυστηρός μεν, εξαιρετικός δε φιλόλογος, που τους είχε αρχαία. (Τα αρχαία τα λάτρευε και ήξερε ότι ήταν η αγαπημένη του μαθήτρια, αν και ήταν φειδωλός και στα λόγια και στους βαθμούς.)
Ο Επιθεωρητής δεν μπήκε στην ώρα του Λυκειάρχη, μπήκε στην ώρα της ιστορίας με κάποιον άλλο καθηγητή, που ήταν τρομοκρατημένος και μετέδιδε απόλυτα τον τρόμο του και στα παιδιά. Πού να τολμήσεις έστω να κοιτάξεις το διπλανό σου, δεν αναπνέαμε καν!
Εκείνη είχε συνάχι και συνεχώς σκούπιζε τη μύτη της που έτρεχε, όταν ακούει: "Δεσποινίς, περάστε έξω!" Το κίτρινο ανθρωπάκι την κοίταζε ανέκφραστο και νόμιζε ότι σταμάτησε ο χρόνος. Πήγε να ρωτήσει γιατί και σκόνταψε πάλι πάνω στο απολιθωμένο πρόσωπο:"Έξω!" Δεν θυμάται πώς βγήκε, πού πήγε, τι σκεπτόταν. Έμεινε μόνο η συνάντηση με το παράλογο, το παράλογα άδικο. Κανείς δεν είχε καταλάβει τι συνέβη, μα πίστευαν πως πάει τέλειωσε.
Λάθος!
Μόλις έφυγε ο Επιθεωρητής-ο θρασύδειλος-άφησε εντολή να αποβληθεί για 4 ή 5 μέρες-εδώ έχει κενό η μνήμη. Ήρθε ο Λυκειάρχης κατάχλωμος στην τάξη και το ανακοίνωσε: Είπε: "Μας άφησε εντολή να σε αποβάλουμε, γιατί γέλασες!" κανένα σχόλιο, κανένα ηθικοπλαστικό κήρυγμα, νουθεσίες και απειλές όπως συνηθίζονταν τότε.
Εκεί είναι που έχασε τη γη κάτω από τα πόδια της. Ποτέ άλλοτε τόσα χρόνια, δεν θυμάται να γεύτηκε τόσο πικρή αδικία, να ένιωσε τόσο ανίσχυρη, ανυπεράσπιστη.
Πήγε στο χωριό της στη μάνα της με τα κλάματα , αλλά εκείνη, που έπλενε στη βρύση του χωριού, την έστρωσε κατευθείαν σε μια τρικούβερτη μπουγάδα και ήταν η καλύτερη παρηγοριά που μπορούσε να της δώσει.
Όταν γύρισε στο σχολείο, έμαθε τι είχε συμβεί. Οι συμμαθητές της έκαναν αποχή με τη βοήθεια των καθηγητών τους "μέχρι ο μαθηματικός, ο κέρβερος, μας έδωσε την ώρα να μαζέψουμε υπογραφές" και ο Λυκειάρχης, κι αυτός άλλο που δεν ήθελε, πήρε πίσω την αποβολή και δεν επηρέασε διαγωγή κλπ (ήταν τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια και το κλίμα στα σχολεία δεν ήταν και πολύ διαφορετικό από τη χούντα)
Το περίεργο είναι ότι υπήρξε και "δικαίωση":
Ο Επιθεωρητής ξαναήλθε, στο τέλος της χρονιάς, στην Αντιγόνη, που έκαναν με τον Λυκειάρχη. Ήταν μία ρεβάνς του καθηγητή της γιατί όλο δύσκολα τη ρώταγε και κάθε που απαντούσε γελούσαν και τα μουστάκια του.
Στο τέλος τη φώναξαν στο γραφείο και ο Επιθεωρητής της ζήτησε συγνώμη!
Θυμάται ότι το μόνο που ήθελε ήταν να του ρίξει μπουνιά στη μούρη ή να βάλει τα κλάματα.
Δεν έκανε τίποτε από τα δύο.
Απλώς, δεν μίλησε. Κοίταγε αυτά τα σιχαμερά χαρακτηριστικά σαν να ήθελε να τα καταγράψει ανεξίτηλα μέσα της και το κατάφερε. Κάθε φορά που δεν είναι βέβαιη για κάτι, κάθε φορά που ασκεί εξουσία σε κάποιον αδύνατο, θυμάται αυτό το πέτρινο πρόσωπο και επιτρέπει στην αμφιβολία να διώξει τη βεβαιότητα.
6 σχόλια:
Τρομερό πράγμα η βεβαιότητα. Τη συναντώ καθημερινά στα πρόσωπα των καθηγητών μου, αποκλειστικά και μόνο όμως -τι ειρωνία!- σε αυτούς στους οποίους φαίνεται γελοία. Η βεβαιότητά τους ότι τιμωρούν δίκαια, η βεβαιότητά τους ότι διδάσκουν με ορθό τρόπο (κάποιες φορές ακόμη κι η βεβαιότητα ότι απλά διδάσκουν... Αυτό, όμως, που πραγματικά με θυμώνει είναι η βεβαιότητα μερικών καθηγητών ότι οι μαθητές τους αξίζουν την απόλυτη περιφρόνηση! Χαίρομαι που δεν είσαι ποτέ βέβαιη, Γυριστρούλα, γιατί αυτό δείχνει ότι αξίζεις τον τίτλο του δασκάλου. Η σιγουριά καταστρέφει τη δημιουργικότητα, την αυθεντικότητα, την επαφή με τα παιδιά. Μακάρι να το θυμάμαι κι εγώ, όταν θα γίνω εκπαιδευτικός.
Μας πρόλαβαν σήμερα οι διάδοχοι. Δεν πειράζει. Άξιοι οι διάδοχοι. Λοιπόν πες μου το όνομα και θα τον βρω να του τη ρίξω εγώ μετά από τριάντα χρόνια. Το έχω ζήσει το συναίσθημα και ως μαθητής και ως δάσκαλος. Όμορφη, αν και πικρή, ιστορία. Και με αφορμή την ανάρτηση του κειμένου του Παναγιώτη.
Να είσαι καλά, φιλαράκι!
χίμαιρα, μην ανησυχείς, εσύ δεν κινδυνεύεις από βεβαιότητες, θα ζεις ούτως ή άλλως στην εποχή της πλήρους αβεβαιότητας, κοινωνικής, εργασιακής, πνευματικής, ηθικής...
Ο λόγος σου όμως και η σκέψη σου δείχνουν πως θα το πας πολύ μακριά αυτό το όνειρο που έκανες δικό σου. Καλό δρόμο, κορίτσι μου.
Να, μωρέ θερσίτη μου, η παρηγοριά μας. Μου λες τώρα από που ξεφυτρώνουν αυτά τα φυντάνια σ' αυτούς τους καιρούς τους άρρωστους; Μη σε ξανακούσω απαισιόδοξο, "χίμαιρα" θα σου λέω, θα είναι το σύνθημά μας.
Γκατσόπουλο τον λέγανε, δεν θα το ξεχάσω ποτέ μου, αλλά θα έχει πεθάνει πια, πριν 30 χρόνια ήταν γερόντιο.
Α, βρε Γυριστρούλα...
Κι ωστόσο εγώ τύχη το λέω που το γεύτηκες το συναίσθημα της αδικίας έτσι να το χεις οδηγό και μέτρο...
Αρχικά γράφεις υπέροχα. Είμαι και έγω μαθήτρια και καταλαβαίνω. Τελικά όλες αυτές οι άσχημες εμπειρίες στο σχολείο χαράσονται στην μνήμη των μαθητών και τους συνοδεύουν σε όλη τους τη ζωή...Go on!!!!!!!!!!
έρση μου, σ' ευχαριστώ! Ελπίζω εσύ να μην έχεις μια τόσο άσχημη εμπειρία, αν και ξέρω πως η αδικία και η αυθαιρεσία δεν έχουν εκλείψει ούτε σήμερα από τα σχολεία.
Δημοσίευση σχολίου