Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007

Μια αλγεινή περίπτωση


Στο Σάββα,
που ζούσε με το βιοπαλαιστή πατέρα του
σε ένα παρατημένο βαγόνι,
στο οποίο χωρούσαν όλα τους τα υπάρχοντα
εκτός από την καρδιά του
Φτωχογειτονιά. Φτωχομαχαλάδες, αν θέλουμε να ακριβολογήσουμε. Οι λίγες εξαιρέσεις πολυτελών οικιών συνιστούσαν πρόδηλη παραφωνία. Τα παιδιά του γυμνασίου με τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται η συγκεκριμένη κοινωνική κατάσταση. Αγνές ψυχές, καλοσύνη απέραντη κι αγρίμια στο διάλειμμα. Σ' ένα υποβαθμισμένο φυσικό περιβάλλον ένιωθες πως ήθελαν να παίξουν πολλαπλάσιες ώρες, βιάζονταν, γιατί ίσως αντιλαμβάνονταν ότι η ζωή είναι σύντομη. Προσλαμβάνουσες παραστάσεις πολύ φτωχές, που καθιστούσαν το χρέος των διδασκόντων βαρύ, βαρύτατο. Από αυτήν την άποψη τα παιδιά ήταν ομολογουμένως τυχερά. Οι διδάσκοντες ήταν εξαιρετικοί, αφοσιωμένοι στο έργο τους με μια ιεραποστολική διάθεση. Πλην δύο εξαιρέσεων. Η μια ήταν το πρόσωπο που τυπικά ηγούνταν του σχολείου, γιατί ουσιαστικά το σχολείο το στήριζε και το κυβερνούσε άριστα ο Σύλλογος Διδασκόντων και η Υποδιευθύντρια.
Το άλλο πρόσωπο ήταν φιλόλογος. Όταν στη Β΄ Γυμνασίου ο διδάσκων προσπάθησε να συνδέσει τη Ρωμαϊκή ιστορία με τη Βυζαντινή, τα παιδιά τον κοιτούσαν αμήχανα. Πλήρης άγνοια. Η συζήτηση έβγαλε την "είδηση". Νεοδιόριστος ο φιλόλογος, αν και όχι νέος, έμαθε πως όλη την προηγούμενη χρονιά τα παιδιά δεν είχαν διδαχτεί ιστορία. Κάποτε, όταν ένας γονιός διαμαρτυρήθηκε γύρω στο Δεκέμβρη, ο "φιλόλογος" μέσα σε μια διδακτική ώρα δίδαξε 75 σελίδες: από την 11 έφτασε στην 85. Βέβαια, δεν ξαναδιδάχτηκαν ιστορία εκείνη τη χρονιά, γιατί κανείς γονιός δε διαμαρτυρήθηκε για δεύτερη φορά. Απλώς η εξέταση του Μαΐου έγινε κανονικά: επί της διδαχθείσης, δηλαδή επί των σελίδων 5-200.
Νέα έκπληξη περίμενε το φιλόλογο στο μάθημα της Γλώσσας. Όλη τη χρονιά είχαν γράψει μία έκθεση και δεν είχε βαθμολογηθεί ούτε αυτή.
Μα τι έκανε όλη τη χρονιά τόσες ώρες την εβδομάδα σε ένα τμήμα; θα αναρωτηθεί κανείς. Ο φιλόλογος ρώτησε και έμαθε.
Η διεύθυνση ερχόταν 10.45 και έφευγε πριν από τις 12.00. Άρα η ώρα προσέλευσης του περί ου ο λόγος ήταν 10.30 με 10.45. Βέβαια χωρίς καφέ δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Επομένως μέχρι τις 11.30 έπινε τον καφέ του, για να ξυπνήσει. Έπειτα έφευγε η διεύθυνση και επομένως μπορούσε και εκείνος να σκεφτεί ελεύθερα αν θα έμπαινε στην τάξη ή στο αυτοκίνητό του.
Καμιά φορά, όταν τον ρωτούσαν οι συνάδελφοι γιατί άργησε, απαντούσε με γλαφυρότητα: Μου έκανε οτοστόπ μια ξένη. Μπορούσα να μην την εξυπηρετήσω; Χα χα!

Δεν υπάρχουν σχόλια: